Λίγο πριν τελειώσει ο Μάης και πάρει μαζί του όλες αυτές τις ιστορικές διαμαρτυρίες είχα αποφασίσει να γράψω ένα άρθρο εμπνευσμένο από τις εξεγέρσεις του Μάη του ’68 στο Παρίσι. Ξεκινώντας με μία μεγάλη λίστα ταινιών που επί χρόνια ανέβαλα να τις δω συνειδητοποίησα πως υπήρχε ένα μοτίβο στις επιλογές μου: η εξέγερση. Το χρονικό όριο του ιστορικού εκείνου Μαΐου άρχισε να θολώνει και έτσι ξέφυγα από τα σύνορα του Παρισιού.
Αρχικά ήθελα να δω όλες τις ταινίες που θα έβαζα στο άρθρο. Αυτό όμως σε συνδυασμό με την έμφυτη αναβλητικότητα μου θα καθυστερούσε ακόμα περισσότερο την ολοκλήρωση του. Έτσι θα παραθέσω εδώ την λίστα των ταινιών που και γω θέλω να δω, μία μορφή κινηματογραφικής λέσχης μεταξύ μας.
Αν κάποιος θέλει να εντρυφήσει στο Μάιο του 1968 μπορεί να κάνει ένα μαραθώνιο στις ταινίες του Jean-Luc Godard, ταινίες που συνδυάζουν το ρομαντισμό και την επανάσταση, ίσως πιο ωραιοποιημένα απ’ότι στην πραγματικότητα. Αλλά δεν είμαστε εδώ για να μάθουμε κάθε ιστορική λεπτομέρεια.
Αυτή η λίστα αρχίζει με μία ταινία που είδα και με εντυπωσίασε, όχι μόνο από άποψη θέματος αλλά και από τη μεριά της τεχνικής και της εικόνας.
Το ‘Θωρηκτό Ποτέμκιν’ αποτελεί ταινία σταθμό για τους σινεφίλ. Ο Eisendtein είναι ο γνωστότερος σοβιετικός σκηνοθέτης και επίσης αν κάποιος θέλει να εμβαθύνει στις ρωσικές επαναστάσεις μπορεί να μελετήσει το έργο του. Παρά το γεγονός ότι η επανάσταση του 1905 δεν έφερε την ανατροπή του καθεστώτος στη Ρωσία, η ταινία εξιστορεί το πραγματικό γεγονός της ανταρσίας του πληρώματος του ομώνυμου πλοίου και αναπαράγει το χρονικό των τεσσάρων πρώτων ημερών της ανταρσίας που σημειώθηκε στο πλαίσιο της πρώτης απόπειρας της Ρωσικής επανάστασης.
Η χαρακτηριστική εικόνα της νοσοκόμας να οδύρεται, μεταφέρει τον πόνο του κόσμου που επαναστατεί και καταστέλλεται μέχρι θανάτου στην Οδησσό τον ίδιο χρόνο. Η σκηνή αυτή έχει εμπνεύσει καλλιτέχνες όπως τον Francis Bacon στην σπουδή της απεικόνισης του πόνου.
‘Είναι δύσκολο να ξεκινήσεις μία επανάσταση, ακόμα πιο δύσκολο να την διατηρήσεις και το πιο δυσκολότερο να την νικήσεις’ - Η μάχη του Αλγερίου_ 1966
Ένα αριστουργηματικό αντιαποικιοκρατικό ασπρόμαυρο φιλμ (ιταλοαλγερινής παραγωγής) για την αλγερινή επανάσταση, του ιταλού κινηματογραφιστή Τζίλο Ποντεκόρβο και του φωτογράφου Μαρτσέλο Γκάτι είναι ‘Η μάχη του Αλγερίου’. Η καταιγιστική, θυελλώδης δυναμικότητα της ταινίας, με πλήρη εστίαση στην απροκάλυπτη ωμότητα της βίας και της καταστολής των γαλλικών στρατευμάτων, ενόχλησε τις γαλλικές κυβερνήσεις, οι οποίες και την είχαν απαγορεύσει ώς το 1971, ενώ η γαλλική κοινή γνώμη βρέθηκε μοιρασμένη στα δύο. Η πρώτη προβολή της στο Παρίσι (μια λογοκριμένη έκδοση που κατέβηκε αμέσως) σημαδεύτηκε από συγκρούσεις και διαδηλώσεις.
Με την απόφασή του να επιλέξει ερασιτέχνες άραβες ηθοποιούς και με την προσθήκη γυναικών (μιας και ήταν ζωτική και ουσιώδης η προσφορά τους στην ανεξαρτησία), αλλά και με ένα μόνο επαγγελματία ηθοποιό (κυρίως θεατρικό), τον Ζαν Μαρτίν. Η επιλογή αυτή έδωσε μαζί και με άλλες σκηνοθετικές επιλογές την αίσθηση του ντοκιμαντέρ που προσδίδει στην ταινία μεγαλύτερη ιστορική εγκυρότητα.
Οι δύο επόμενες ταινίες αφορούν βιβλία που διάβασα πρόσφατα και με επηρέασαν ιδιαίτερα και με ώθησαν σε ιδεολογικές αναζητήσεις. Αφορούν και τα δύο τις Ρωσικές Επαναστάσεις (ναι, είμαι από αυτά τα άτομα που αν βρω ένα βιβλίο που με ενθουσιάζει η ιστορία του, διαβάζω όσα περισσότερα παρεμφερή βιβλία μπορώ). Αν και δεν έχω δει καμία από τις δύο ταινίες ακόμα είναι οι επόμενες στο πρόγραμμα μου.
‘Η μάνα’ από το ομώνυμο έργο του Μαξίμ Γκόρκι μου κέντρισε το ενδιαφέρον περισσότερο για την σχέση μιας αγράμματης γυναίκας με τον γιο της και πως τους φέρνει κοντά ο αγώνας και η θέληση της μητέρας να κατανοήσει τις ιδέες του γιού της αλλά και να τον βοηθήσει ακόμα και αν αρχικά δεν κατανοεί τις πράξεις της, θέτοντας τη ζωή της σε κίνδυνο για μία ιδέα που τελικά γίνεται και δική της και δίνει νόημα στην ηλικιωμένη της ζωή που μέχρι τότε υπολειπόταν νοήματος. Αν και οι ταινίες που εμπνέονται από το βιβλίο αυτό είναι δύο, αυτή του 1926 είναι που αποδίδει καλύτερα όχι μόνο τους χαρακτήρες αλλά και τα συναισθήματα που θέλει να εκφράσει ο Γκόρκι.
Από την άλλη ‘Οι δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο’ δεν είναι μία τόσο ρομαντική ιστορία με υπόβαθρο την επανάσταση αλλά η αποδελτίωση του Οκτώβρη του 1917 από έναν αμερικάνο δημοσιογράφο που βρέθηκε εκεί για να καταγράψει τα γεγονότα. Η αφήγηση του σε μεταφέρει στους δρόμους της Αγίας Πετρούπολης και στις διαμαρτυρίες των εργατών. Ίσως οι εικόνες που δημιουργεί ο Τζόν Ρίντ να ανεβάζουν τον πήχη για την αποτύπωση τους σε ταινία.
Κατεβαίνοντας πάλι σε πιο θερμά κλίματα- στον Ευρωπαϊκό νότο, πολλοί έχουμε δει την κλασική πλέον ταινία ‘The Dreamers’ του Bernardo Bertolucci στο παρασκήνιο της οποίας εκτυλίσσονται τα γεγονότα του Μάη του 1968 αλλά η ταινία ‘1900’ του 1976 δείχνει μία άλλη πλευρά του ταξικού αγώνα στην Ιταλία του 20ου αιώνα. Ταινία διάρκειας άνω των πέντε ωρών, οπότε θα πρότεινα καλή προετοιμασία ψυχολογική και σωματική. Στοχευμένα χωρίζεται σε δύο μέρη το πρώτο από την αρχή του αιώνα μέχρι της έλευση του Φασισμού και το δεύτερο εστιάζει στην Απελευθέρωση.
Το ‘παιχνίδι’ της σκηνοθεσίας του Bertolucci είναι ένα παιχνίδι χρωμάτων: ζεστά χρώματα που χρησιμοποιούνται κατά την πρώτη περίοδο, κατά την οποία ο αγώνας των εργατών γης αγκαλιάζει την ύπαιθρο, για να ξαναεμφανιστεί κατά την περίοδο της Απελευθέρωσης. Τα ψυχρά χρώματα αντίθετα κυριαρχούν σε όλο το κεντρικό μέρος: ο φασισμός παρουσιάζεται με όλη την κτηνωδία του, δημιουργώντας (και στο θεατή) μια ατμόσφαιρα καταπίεσης που παραπάνω από μια φορά υποβάλει στο άγχος και στο φόβο.
Η ταξική πάλη απεικονίζεται μέσω των δύο πρωταγωνιστών, αφού ο ένας εκπροσωπεί τους αστούς και ο άλλος τους προλετάριους. Μια ταινία, που δεν φοβάται να δείξει μια θεματική 'πέρα από τις γραμμές' με βίαιες σκηνές – συχνά σκληρές και προφανείς – σωματικά και σεξουαλικά, με χυδαιότητα (πάρτε υπόψη το γεγονός ότι η ταινία κυκλοφόρησε το 1976) με ένα πολιτικό περιεχόμενο που, παρόλο που εκείνο τον καιρό δεν ακουγόταν ιδιαίτερα περίεργο σε ορισμένα σημεία, είναι σίγουρα σήμερα ‘ενοχλητικό’ και ανατρεπτικό.
Όμως, πώς μπορεί να μιλήσει κανείς για λαϊκή επανάσταση αν δεν αναφέρει την Κούβα; Οι ‘Μνήμες Υπανάπτυξης’ του Gutiérrez Alea αν και δεν διαδραματίζεται στη διάρκεια της εξέγερσης, προσπαθεί να παρουσιάσει τη ζωή ενός πρώην αστού στη νέα Κούβα, ο οποίος δεν ακολούθησε την γυναίκα και τους γονείς του για την Αμερική μετά το τέλος της επανάστασης. Ένα χαλαρό χρονικό ενός μποέμ αντιήρωα που περνάει το χρόνο του σε περιπλανήσεις, κουβαλώντας τις αντιφάσεις του μέσα σε μια Αβάνα σε αναβρασμό. Εδώ, δεν σκιαγραφείται ο καινούριος άνθρωπος, ο ήρωας της Επανάστασης, αλλά ένας διανοούμενος ξεκρέμαστος που βιώνει ξώφαλτσα ως άτομο μια διαδικασία στην οποία ουσιαστικά δεν έχει θέση ενώ αναδεικνύεται παράλληλα, με βλέμμα διεισδυτικό και ειρωνικό, το βαρίδι της ταξικής του προέλευσης.
Πέρα από τον Ατλαντικό, στις ΗΠΑ μετά το Κραχ εκτυλίσσεται η ταινία από το ομότιτλο βιβλίο του Steinbeck ‘Τα σταφύλια της οργής’. Μία ταινία βαθιά πολιτική, προοδευτική αλλά και ανθρώπινη που αναδεικνύει τα προβλήματα των εργατών, των φτωχών οικογενειών και των ανισοτήτων που υπήρχαν πάντα. Ο Τομ δεν αντέχει την υποκρισία, την κοινωνική αδικία, τις διακρίσεις και την καταπάτηση της αξιοπρέπειάς του. Τον παρακολουθούμε να συνειδητοποιεί την εκμετάλλευση.
Δεν έχουμε τη δική μας ψυχή. Έχουμε ένα μέρος από μια μεγάλη ψυχή. Μια μεγάλη ψυχή που ανήκει σε όλους…
Θα βρίσκομαι παντού μέσα στο σκοτάδι. Θα βρίσκομαι εκεί όπου δίνουν μάχη για να φάνε οι πεινασμένοι. Θα βρίσκομαι εκεί όπου ο μπάτσος δέρνει τον ανήμπορο. Θα βρίσκομαι εκεί όπου οι άνθρωποι φωνάζουν επειδή είναι έξαλλοι και δεν αντέχουν άλλο.
Αλλά θα βρίσκομαι και εκεί όπου τα παιδιά γελούν επειδή πεινούν μα ξέρουν ότι το δείπνο τα περιμένει. Και θα βρίσκομαι εκεί όταν οι άνθρωποι θα τρώνε τους δικούς τους καρπούς και θα ζουν στα σπίτια που οι ίδιοι έφτιαξαν.
Θα βρίσκομαι εκεί…
-’Τα σταφύλια της οργής’_1940
Επιστρέφοντας στο Παρίσι του 1968 μία ταινία που αν και βασίζεται περισσότερο στο ρομαντισμό πίσω από την εξέγερση παρά στον ρεαλισμό και στην ιστορική αναπαραγωγή των γεγονότων. Το πλαίσιο δράσης των ηρώων μοιάζει πιο ουτοπικό αφού οι εικόνες προέρχονται από τη ματιά δύο νέων που έχουν την πολυτέλεια να αναζητήσουν, να αμφισβητήσουν και να αναπτύξουν μία ιδεολογία κατά του συστήματος όχι από βιοτική ανάγκη αλλά από πνευματική. Οι ‘Συνήθεις Εραστές’ είναι περισσότερο μία ταινία νοσταλγίας για εκείνη την εποχή γενικής απελευθέρωσης παρά μία ιστορική αναφορά συμβάντων. Παρ’όλα αυτά η ειδυλλιακή εικόνα και η φαινομενικά βατή ζωή των πρωταγωνιστών διακόπτεται συχνά από προβλήματα της καθημερινότητας για να σπάσει την εξιδανικευμένη εικόνα των ηρώων.
Εντός συνόρων, όπου οι αναταραχές δεν είναι λίγες το ‘Ζ’ του Γαβρά αποτελεί μία ταινία-κατηγορώ στους δικτάτορες και σε όλους αυτούς που φιμώνουν την αλήθεια και βασανίζουν και σκοτώνουν την ελευθερία του λόγου. Η ταινία αναφέρεται στη δολοφονία του αριστερού βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη και την αναζήτηση των ενόχων από τον ανακριτή Χρήστο Σαρτζετάκη, μετέπειτα πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Πρόθεση των δημιουργών ήταν το “Ζ” του τίτλου να προφέρεται “Ζει” και όχι “ζήτα”, καθώς ήθελαν να εκφράζει ηχητικά το ρήμα που ακουγόταν στις διαδηλώσεις που έγιναν όταν σκοτώθηκε ο βουλευτής – “Λαμπράκη ζεις, εσύ μας οδηγείς” και‘Ζει, Ζει, Ζει’.
'Το Μπλόκο' του σουρεαλιστή Άδωνι Κύρου είναι μία ταινία που απαγορεύεται μόλις πέντε μήνες μετά την πρώτη προβολή της στους κινηματογράφους, επιδιώκει να αποτυπώσει τα γεγονότα με ψύχραιμη ματιά αποφεύγοντας τους συναισθηματισμούς ‘στα πρότυπα μιας μπρεχτικού τύπου αποδραματοποίησης’, τολμώντας να παρουσιάσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της αριστεράς στην αντίσταση. Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη στο παρασκήνιο εντείνει το αγωνιστικό κλίμα των γεγονότων.
Κάπου εδώ θα αυτοπεριοριστώ διότι οι ταινίες στην προαναφερθείσα λίστα είναι υπερβολικά πολλές για να στοιχιστούν σε ένα άρθρο λίγων (ας πούμε!) λέξεων. Έτσι μετά από αρκετές μέρες αναβολής και αποπροσανατολισμού συνεχίζω τον κινηματογραφικό μαραθώνιο που ξεκίνησα στην καραντίνα.
_Κατερίνα Καραϊωάννογλου
コメント