top of page

Όταν η μόδα μολύνει την ηθική



Το κυρίαρχο επιχειρηματικό μοντέλο στον τομέα της μόδας είναι αυτό της ‘ταχείας μόδας’, όπου σχεδιαστές και κατασκευαστές ρούχων αλλάζουν τις συλλογές τους ανά τακτά χρονικά διαστήματα και τα προωθούν σε πολύ οικονομικές τιμές, αφού παράγονται σε χώρες με πολύ φτηνό εργατικό δυναμικό με υλικά χαμηλής ποιότητας.


Αυτή η τάση ενθαρρύνει τους καταναλωτές να αγοράζουν και να απορρίπτουν συχνά τα ρούχα και πολλοί εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένου του ΟΗΕ, αναγνωρίζουν ότι είναι υπεύθυνη για πληθώρα αρνητικών κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων.


Έτσι σε δύο μέρη αυτό το άρθρο σκοπεύει στην ανάλυση του προβλήματος και τελικά την απαρίθμηση των λύσεων που προτείνονται σήμερα για την αντιμετώπιση του.


ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ


Ας ξεκινήσουμε με το πρόβλημα που οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν τουλάχιστον αόριστα. Δηλαδή, τις συνθήκες εργασίας εκατομμυρίων ανθρώπων. Σύμφωνα με το Fair Fashion Center το 2016, 150 εκατομμύρια ζωές επηρεάζονται καθημερινά από την παγκόσμια βιομηχανία ειδών ένδυσης. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους δεν λαμβάνουν μισθό και εργάζονται σε άσχημες συνθήκες. Στις ηθικές παραβιάσεις συγκαταλέγονται: επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, πενιχροί μισθοί (εφόσον υπάρχουν), παιδική εργασία, σύγχρονη δουλεία, εκμετάλλευση μεταναστών, διάκριση λόγω φύλου (η πλειονότητα αυτών των εργαζομένων είναι νέες γυναίκες), λεκτική, σεξουαλική και σωματική κακοποίηση, καθώς και καταναγκαστικές υπερωρίες -κατά μέσο όρο, οι εργαζόμενοι στο Μπαγκλαντές εργάζονται 60 ώρες (ή και παραπάνω) την εβδομάδα ενώ κερδίζουν το ⅓ του μισθού των εργαζομένων σε άλλα ασιατικά εργοστάσια ένδυσης.


Οι παραπάνω παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν περιορίζονται μόνο στον κλάδο της παραγωγής αλλά συμβαίνουν σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού.



Συγκεκριμένα:

Παραγωγή πρώτων υλών: Αθέμιτες εργασιακές πρακτικές για αγρότες και μεταποιητές με έκθεση σε πολλά χημικά φυτοφάρμακα που επηρεάζουν αρνητικά την ανθρώπινη υγεία. Σύμφωνα με μελέτη διαπιστώθηκε ότι το 61% των πακιστανών συλλεκτών βαμβακιού αντιμετωπίζουν σχετικά προβλήματα υγείας, όπως ερεθισμούς του δέρματος, βήχα, πονοκεφάλους και άλλα.


Κατασκευή ενδυμάτων: Πιο άδικες και μη ασφαλείς είναι οι συνθήκες εργασίας σε χώρες χωρίς εκπροσώπηση συνδικάτου ή κατεκτημένα δικαιώματα εργαζομένων. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στην Ασία και συγκεκριμένα στην Κίνα, όπου κατασκευάζεται από το 2016 περίπου το 40% των ενδυμάτων (αν και αυτός ο αριθμός μειώνεται).


Μετά την παραγωγή (πώληση, χρήση, απόρριψη): Οι αυθαιρεσίες της βιομηχανίας της μόδας δεν σταματούν κατά την πώληση, την διαφήμιση ακόμα και τη χρήση των ενδυμάτων. Αν και σε αυτούς τους τομείς ο άνθρωπος δεν χρησιμοποιείται ως σκλάβος συνεχίζει να είναι υποχείριο της εργοδοσίας βιομηχανιών που βγάζουν δισεκατομμύρια ακόμα και σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Ταυτόχρονα δεν λείπουν οι φυλετικές διακρίσεις αφού μόνο τα τελευταία χρόνια προτιμάται λίγο μεγαλύτερο ποσοστό μη λευκών μοντέλων και μεγαλύτερου εύρους σωματότυπων. Και σε αυτή, όμως, τη περίπτωση φαίνεται ότι ο λόγος που προσπαθούν οι οίκοι μόδας να διευρύνουν τα μεγέθη και τις εθνικότητες των μοντέλων τους είναι για να αυξήσουν το αγοραστικό τους κοινό, αφού τα ως τώρα πρότυπα που προέβαλαν αφορούσαν μία μειονότητα πελατών. Ακόμα και σήμερα, όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται άβολα να αγοράσουν ρούχα που υπερπροβάλλονται στα μέσα, διότι δεν κολακεύουν ή δεν ανταποκρίνονται στον σωματότυπο τους.



Η κλίμακα και η αδιάκοπη επιθυμία για οικονομική ανάπτυξη στη βιομηχανία της μόδας είναι υπερβολικά εντυπωσιακή. Ο καπιταλισμός συνεχίζει, ακόμα και κατά την σύγχρονη κρίση του, να κρατά τη μηχανή σε κίνηση. Από την πλευρά της παραγωγής, διατηρεί τους απασχολούμενους σε αυτήν (όσο θλιβερή κι αν είναι η απασχόληση) και έχει αυξήσει το γενικό βιοτικό επίπεδο για πολλούς. Από την πλευρά των καταναλωτών, προσπαθεί να πείσει τον αγοραστή ότι μπορεί να τα έχει όλα γιατί τα αξίζει. Έτσι καταλήγουμε σε παγκόσμιο επίπεδο, να καταναλώνουμε 80 δισεκατομμύρια ρούχα κάθε χρόνο (αύξηση 400% από δύο δεκαετίες πριν). Η Βόρεια Αμερική είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής κλωστοϋφαντουργικών στον κόσμο, με κάθε άτομο να αγοράζει 80 κιλά ετησίως.


Αυτό είναι εν μέρει ανάλογο με την έκρηξη της αύξησης του πληθυσμού (περισσότερα άτομα = περισσότερα ρούχα). Αλλά οφείλεται, επίσης, σε μεγάλο βαθμό στην υπερβολική κατανάλωση και στις μη βιώσιμες συνήθειες αγορών που καλλιεργούνται με τη γρήγορη μόδα. Επομένως, άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αγωνίζονται να φτάσουν τα επίπεδα κατανάλωσης των ανεπτυγμένων χωρών. Κατά μέσο όρο, οι αγοραστές αγοράζουν 60% περισσότερα ρούχα κάθε χρόνο, ποσοστό που είναι διπλάσιο από ό, τι πριν από 15 χρόνια. Αυτό το ανεξέλεγκτο επιχειρηματικό μοντέλο ανάπτυξης λειτουργεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.


Όταν σκέφτεται κανείς τη ρύπανση, σκέφτεται εργοστάσια που εκπέμπουν άνθρακα, διυλιστήρια πετρελαίου που αντλούν αέριο και άλλους επιβλαβείς ρύπους. Σίγουρα δεν σκέφτεται τη βιομηχανία μόδας. Ωστόσο, η βιομηχανία αυτή έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις πιο επιβλαβείς για το περιβάλλον βιομηχανίες.


Οι τοξικές χημικές ουσίες δεν χρησιμοποιούνται μόνο στην ανάπτυξη των ινών, αλλά είναι επίσης διαβόητες για την παρουσία τους στη βαφή και την επεξεργασία υφασμάτων. Αυτές οι χημικές ουσίες περιλαμβάνουν βαρέα μέταλλα (όπως νικέλιο, μόλυβδο και χρώμιο), φθαλικούς εστέρες (που είναι γνωστοί καρκινογόνοι παράγοντες) και φορμαλδεΰδη. Όλα αυτά τα χημικά δεν εξαφανίζονται μετά την παραγωγή. Καταγράφουν μια τεράστια ποσότητα απορροής και ρύπανσης για ποτάμια και ωκεανούς. Η μόδα είναι επίσης ο δεύτερος μεγαλύτερος καταναλωτής νερού παγκοσμίως, μεταξύ 6 και 9 τρισεκατομμυρίων λίτρων ετησίως.



Και πάλι, το greenwashing (δηλ. η υπερπροβολή από μέρους μιας εταιρείας του ευαισθητοποιημένου προφίλ της όσον αφορά το περιβάλλον και τις συνθήκες εργασίας) αποτελεί μεγάλη ανησυχία στο σήμερα αφού οι εταιρείες μπορούν να ισχυριστούν ότι κάνουν κάτι ξεχωριστό όταν πραγματικά συμμορφώνονται με τους βασικούς νόμους για τα ανθρώπινα δικαιώματα ή το περιβάλλον. Υπάρχουν μόνο μερικά βασικά πρότυπα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που πρέπει να τηρεί κάθε εταιρεία, αν και δεν είναι ορισμένα με ακρίβεια. Ένα βασικό ηθικό πρότυπο είναι το Πρότυπο Κοινωνικής Ευθύνης International SA8000, το οποίο εξασφαλίζει δίκαιη μεταχείριση των εργαζομένων. Αν και ακόμη και εδώ η «δίκαιη μεταχείριση» ορίζεται αρκετά χαλαρά και περιλαμβάνει μόνο πολύ μεγάλα ζητήματα, όπως η παιδική εργασία (duh) και η επίτευξη του ελάχιστου μισθού μιας χώρας (που, ας είμαστε ειλικρινείς, στις χώρες που δραστηριοποιούνται οι εταιρείες αυτές ο βασικός μισθός είναι μηδαμινός ήδη).


Όσον αφορά τις περιβαλλοντικές πρακτικές που μία βιομηχανία οφείλει να εξασφαλίζει για τη νόμιμη λειτουργία της, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο ‘παράκαμψη’ τους ή εύρεσης κενών στους υπάρχοντες νόμους. Έτσι βλέπουμε να παραβλέπονται στο όνομα του κέρδους τα τεραστίου μεγέθους απόβλητα και οι εκπομπές επιβλαβών ρύπων, να παραλείπονται οι προβλέψεις για υποδομές χαμηλού ενεργειακού αποτυπώματος, αφού είναι ιδιαίτερα κοστοβόρες. Και γιατί όλες αυτές οι παρατυπίες ‘συγχωρούνται’; Γιατί σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ, η βιομηχανία της μόδας ασκεί σημαντική εξουσία.


Είναι εφικτό επομένως να μειωθεί το ενεργειακό αποτύπωμα της μόδας στις σημερινές συνθήκες καπιταλιστικής οικονομίας; Και αν ναι με ποιον τρόπο;


30 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page